Τη φιλολογική επιμέλεια καθώς και τη βιβλιοκριτική που ακολουθεί επιμελήθηκε ο συγχωριανός μας Αλέξανδρος Χάιδας.

 

Ειρήνη Μπόμπολη

Το Τρίτο Ημισφαίριο

 

Βιβλιοκριτική του Αλέξανδρου Χάιδα

                                              Φιλολόγου ΜΕd

 

Εξώφυλλο βιβλίουΆφησε  τον καιρό να ωριμάσει, τα ποιήματα να δουλευτούν. Δεν βιάστηκε. Σαν τη σχέση που θέλει το χρόνο της, να δοκιμαστεί πριν επισημοποιηθεί. Έτσι και η ποίηση της Ειρήνης Μπόμπολη. Κυκλοφόρησε για να εκτεθεί στα μάτια των αλάθητων κριτών, αυτά των αναγνωστών.

Προσωπικά θεωρώ πως η Ειρήνη Μπόμπολη δεν θα μπορούσε να μη γράψει ποίηση. Μετά το επιτυχημένο πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Το πεπρωμένο μύριζε ορχιδέα ή πράγματα μικρά» (2007, εκδόσεις Επιφανείου) και που έκανε πολλούς αναγνώστες να ψάχνουν μάταια την περίφημη οδό Ηλιοδώρου 15…, ήταν ζήτημα χρόνου να μας δώσει κι άλλα, ανώτερα δείγματα γραφής.

Αυτή τη φορά στο πεδίο της ποίησης με μια συλλογή 53 ποιημάτων. Τίτλος πρωτότυπος, εξώφυλλο προσεγμένο, ποιότητα χαρτιού πολύ καλή. Ταιριαστές και οι ζωγραφικές εικόνες -δημιουργήματα μαθητών τής ποιήτριας- που στολίζουν το βιβλίο. Ανάλογη και η δουλειά των ηπειρώτικων εκδόσεων «Πέτρα». Ο χωρισμός των ποιημάτων γίνεται σε δύο ενότητες: η πρώτη ατιτλοφόρητη, ενώ η δεύτερη με τον μυστηριακό τίτλο «Πρελούδιο αθανασίας».

Ειδικότερα, παίρνοντάς το στα χέρια του ο αναγνώστης θα διαπιστώσει από τις πρώτες κιόλας γραμμές πως «Το Τρίτο Ημισφαίριο» δεν είναι ένας καθησυχαστικός σύντροφος καλοκαιρινής ρέμβης. Η κεντρική ιδέα τού Έρωτα που κυριαρχεί στο βιβλίο συνδέεται με σημεία τα οποία σχεδόν όλοι μας διστάζουμε φανερά να τα αναγνωρίσουμε στο βαθμό που τους αναλογεί. Και τούτα δεν είναι άλλα από τις αποσιωπημένες και συγκαλυμμένες περιοχές του έρωτα: μοναξιά, προδοσία, λησμονιά, πένθος, θάνατος, αθανασία, ένωση.

Η Ειρήνη έχει το χάρισμα να μπορεί να κάνει ακριβή γραφή αυτά που συλλογίζεται. Δεν ψάχνει λέξεις ωραιοπάθειας, εξεζητημένες ή σπάνιες για να εντυπωσιάσει. Μπορεί και κινητοποιεί τον αναγνώστη με τη δύναμη που εμπεριέχει το ταίριασμα ακόμα και απλών λέξεων. Τις ελάχιστες φορές που εντοπίζουμε αρχαΐζουσες λέξεις –σημάδι της φιλολογικής της ιδιότητας- αυτές είναι οργανικά τοποθετημένες χωρίς να διαταράσσουν τη λειτουργικότητα του ποιήματος. Πρωτότυπες και οι μικρές εισαγωγές που βάζει πριν από μερικά ποιήματα εν είδει οδηγού.

Εμβαθύνοντας περισσότερο στα νοήματα των ποιημάτων ίσως κληθούμε, ανάλογα με την προσωπική ιστορία τού καθένα, να μπούμε στην τροχιά αναζήτησης ενός «Άλλου», καθοριστικής σημασίας, «Αντικειμένου». Να ανακαλύψουμε αυτόν τον «Ορισμένο», που θα αφυπνίσει, θα διατηρήσει, θα εξελίξει ή θα σβήσει τον έρωτα μας, που θα τον επιστρέψει στην πηγή, στο παντοτινό, ακόμα και στην αθανασία. Αυτός είναι και ο κεντρικός πυρήνας της ποιητικής προσπάθειας της Ειρήνης Μπόμπολη που συντελείται μέσω μιας τρίτης διάστασης, μέσω ενός Τρίτου Ημισφαίριου, μιας σύνδεσης της μοίρας εκείνων που ψάχνουν να δώσουν πληρότητα στη ζωή τους ξεθάβοντας τα φαντάσματα του έρωτος χρόνου-άχρονου.

Διαβάζουμε στο ποίημα «Εν τη απουσία σου», (σελ. 32): Στην Τρίτη διάσταση του Έρωτα/ κομίζω το πέλαγος/ της οδύνης/ και της άφωνης σιωπής….. νανουρίζω το αίμα της αγάπης/ που δεν ξέρω το χρώμα της./ Νανουρίζω το θαμπό της θλίψης./ Εν τη απουσία σου. 

Σε άλλα σημεία συναντάμε μια Ειρήνη γεμάτη ανάλαφρο λυρισμό, θαρρείς πως φανερώνεται (σελ. 54 «Τα λάμδα και τα ρω»): Επειδή τις λέξεις μου αγαπάς και θέλεις/ όλα τα λάμδα και τα ρω κι όλα τα ασημογράμματα/ θα τα γεμίσω θάλασσα/ και με το γάργαρο νερό τα πόδια σου θα πλύνω…

Ο έρωτας είναι εγκατεστημένος εκ βάθρων στις γραμμές των ποιημάτων της Ειρήνης. Ένας έρωτας που βρίσκεται  μέσα μας εκ γενετής –ίσως και να είναι ο λόγος που γεννηθήκαμε. Εξάλλου, ως θεός, γιος του Πόρου και της Πενίας, δύναται να δώσει και να πάρει, να συνδιαλαγεί για να εξυψώσει, συνάμα, όμως, και να γκρεμίσει. Χαρακτηριστικά, αναφέρει η ποιήτρια (σελ. 70: «Λάφυρο»): Μου πήρε μια άνοιξη αυτή η θλίψη/ και ακόμα δεν μπορώ να την κοιτάξω μες τα μάτια./ πάντως μου χάρισε κορδέλα βυσσινιά, όχι από αίμα….

Τέλος, τα ερωτήματα που αναδύονται από το βιβλίο είναι βαθιά και καίρια: Μπορούμε να σκεφτούμε τον έρωτα έξω από το απαραίτητο γίγνεσθαι της ψυχής; Μπορούμε να ξεφύγουμε από την αλχημεία του ξελογιάσματος, από το παιχνίδι της αμοιβαίας έλξης, από τον πειρασμό  μιας συνάντησης που μας εισάγει στη συνείδηση της μοναξιάς; Πόσο εκπαιδευμένοι είμαστε για να τολμήσουμε να περπατήσουμε στα ίχνη του ερωτικού μας ενστίκτου;

Βαδίζοντας πάνω σ’ αυτές τις αναζητήσεις, η Ειρήνη Μπόμπολη μετατρέπει θεωρώ την ποίηση σε ένα μυστικό πλησίασμα συνενοχής, γεννώντας οριακές απορίες και μέσω μιας επίφασης αντιφάσεων ανοίγει στον αποδέκτη γοητευτικές ατραπούς.
Αγαπούμε για να εφεύρουμε μια πρώτη πηγή αγάπης. Πονούμε καθόσον είμαστε διαφορετικοί από τους άλλους. Και όλα τούτα γιατί ποθούμε να ενωθούμε σε μια τρίτη διάσταση, σε αυτή του Τρίτου Ημισφαιρίου…

Ειρήνη, καλοτάξιδο………..